Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου 2017

Στην Γηραιά Ιερόδουλη δεν πουλάμε Έρωτα.

“Η πάλη των τάξεων παραμένει ιστορικά αδικαίωτη”, παπαγάλισε ο Τραμπάκουλας και μετά είπε: θεός σχωρέσ’ τον. Είχε κάποιο δίκιο μιας και η τριτοκοσμική χώρα που ζούμε έπεσε από το Μεσαίωνα στην κεφαλαιοκρατία χωρίς να έχει τις ευεργετικές ιδιότητες του ευρωπαϊκού διαφωτισμού. Έτσι στη χώρα μας δεν υπάρχει σαφής διαχωρισμός τάξεων, αλλά αντιστοιχίες κοινωνικών διαστρωματώσεων της μικροαστικής τάξης. Οι Έλληνες αστοί έτσι κι αλλιώς δε ζουν στην Ελλάδα. Αυτό που μας έλεγε ένας δάσκαλός μου, ο Ιάκωβος (Jack, το καλλιτεχνικό του) ήταν ότι σας μαθαίνω μερικά πράγματα για να επιβιώσετε. Οι εργοδότες σας εκείνη τη στιγμή νοιάζονται για άλλα πράγματα. Οι τότε εργοδότες που δεν είναι άλλο από τους Έλληνες εφοπλιστές που κατοικοεδρεύουν στο City του Λονδίνου, νοιάζονται για το πώς θα αυγαταίνει ο τραπεζικός τους λογαριασμός μιας και έχουν πολλά έξοδα παραστάσεως. Όπως έλεγε ο Jack έχουν να αγοράσουν παρθενιές από εγγλεζάκια με το ίδιο τρόπο που ο φραγκάτος ελληνάρας κάνει πορνοτουρισμό στην Ταϊλάνδη (σε περιόδους κρίσης η Ταϊλάνδη μπορεί να βρίσκεται και στη διπλανή μας πόρτα). Ο δε ελληνικός υπόκοσμος είναι συνήθως ενσωματωμένος στους μηχανισμούς και είναι πιο αόρατος κι από τους υαλοπίνακες μετά το πέρασμά τους με ajax. Έτσι ερχόμαστε στο ότι οι εργοδότες κι οι εργαζόμενοι σ’ αυτή τη ριμάδα χώρα βρίσκονται σε διαφορετικές ταξικές διαστρωματώσεις, αλλά στην ίδια τάξη. Είμαστε δηλαδή μια σούπα που τα όρια μεταξύ του να γίνεις εργοδότης, ή να καταλήξεις υπάλληλος είναι δυσδιάκριτα. Αυτό το κατάλαβα όταν οι συνταξιούχοι του ΤΕΒΕ που με έδιωχναν από τη δουλειά τους κάθε φορά που ζητούσα ένσημα παραπονέθηκαν για τη μείωση των συντάξεων .Το “καλά να πάθεις σκατόγερε” βγαίνει αβίαστα από το στόμα μου μιας κι έχω συμπληρώσει πάνω από δεκαπέντε χρόνια μαύρης εργασίας. Φυσικά οι γονείς μου μου άφησαν κάποια εχέγγυα για να παλεύω με τους μεσόκοπους που θα γίνουν στο μέλλον οι αντίστοιχοι σκατόγεροι.
Όπως κατάλαβες αναγνώστη μου σήμερα θα μιλήσουμε για πόρνες και προαγωγούς. Μόνο που η πόρνη δεν πουλάει απαραίτητα υπηρεσίες μ' αυτό που έχει ανάμεσα στα πόδια της και ο προαγωγός δεν είναι άλλος από τον κάθε έναν τραχανά που επειδή έχει να σου δώσει ένα μεροκάματο, νομίζει πως μπορεί να παίζει με την αξιοπρέπειά σου. Στην Ελλάδα που η ανεργία έχει κάτσει στο σβέρκο των ιθαγενών από την ύπαρξη της ελληνικής σημαίας, όχι ότι πριν ήταν καλύτερα, ο τσομπάνης που έβοσκε γίδια νομίζει ότι μπορεί να κάνει το ίδιο και στους ανθρώπους. Κάθε αστικός χώρος έχει τις λεγόμενες ζώνες εργασίας που δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα μείγμα από παραγωγικές μονάδες της πλάκας και χώρους παροχής υπηρεσιών. Το κέντρο της πόλης συνήθως γεμίζει με νέους εργαζόμενους μιας και τη “φρέσκια” ιερόδουλη την προτιμούν όλοι. Άλλωστε ακόμα δεν γνωρίζει ότι το αφροδισιακό που λέγεται υπεραξία είναι το άλφα και το ωμέγα της σύγχρονης θεότητας που λέγεται κέρδος. Κι επειδή η ανάγκη για αυτοδιάθεση περνάει από το πορτοφόλι, δίνουν βάση σ’ αυτό αγνοώντας παντελώς τα εργασιακά δικαιώματα. Όσο γερνάμε εμείς οι πόρνες σιγά-σιγά προωθούμαστε προς τις εξωτερικές παραγωγικές ζώνες για να γίνουμε οι εργατοϋπάλληλοι με τα σακατεμένα σώματα, ή οι αριθμοί σε στατιστική για εργατικά ατυχήματα. Αν δείτε το μέσο πιτσιρίκο που πιάνει κάπου δουλειά, νομίζει ότι οι προοπτικές και το μέλλον ανοίγονται μπροστά του σαν τριαντάφυλλο που είναι έτοιμο δώσει τη γύρη του στο λαμπρό μέλλον. “Όνειρα, πουλιά μου ταξιδιάρικα”, κατά το άσμα. Σε όλες τις σκατένιες δουλειές που πήγα, οι συνάδελφοί μου είχαν να μου παρουσιάσουν ένα ένδοξο παρελθόν. Κάτι σαν το σφριγηλό κομμάτι από μοσχαράκι πριν μπει στη μηχανή του κιμά. Όταν δε, κοντράρονταν για το ποιος είναι ο καλύτερος, τους έλεγα: κορίτσια ηρεμήστε, εδώ μέσα όλες θα τον φάμε.
Τώρα που ξεκαθάρισα το ρόλο μου ως “ιερόδουλη” μέσα στο οικονομικό σύστημα (πουλάω το κορμί μου για κέρδος άσχετα αν αυτό δεν μεταφράζεται σε σεξουαλική ηδονή), έχω να σου πω αναγνώστη μου ότι ανήκω στην κατηγορία εργαζομένων “πέτρα που κυλάει”. Έτσι που λες σε αντίθεση με τον δημόσιο υπάλληλο (που εκπορνεύεται με βάση τα “ψυχικά” του χαρίσματα χάριν μονιμότητας) δεν έπιασα ποτέ μαλλί. Απέκτησα όμως μεγάλη πείρα. Έχω συναντήσει τόσους πολλούς εργοδότες που οι βλακείες που θα μου πουν είναι για μένα απλά ποσοστά.
Ας πιάσουμε λοιπόν τον εργοδότη. Συνήθως είναι ένας πίθηκος που ή κληρονόμησε την επιχείρηση από τον μπαμπά του, ή την έφτιαξε με τρόπους και παράθυρα που ψάχνει να βρει και να κλείσει η ποινική δικονομία στη χώρα μας. Το πόσοι μικρο απατεώνες κατοικούν σ’ αυτό τον τόπο αξίζει της μελέτης των μεγαλύτερων συγγραφέων επιστημονικής φαντασίας. Κι αυτό γιατί; Επειδή ο γάιδαρος που πετάει είναι η αρχή για τα ψέματα που λένε. Το επίπεδο των τερατουργημάτων που ξεστομίζουν είναι αξιοζήλευτο ακόμα και από τις ταινίες. Μόνο ένα έχω να σου πω: την περίοδο που δούλευα σε έναν από δαύτους, ενώ φώναζε για κρίση και περικοπές στο μισθό μου, είχε αγοράσει δύο διαμερίσματα. Μόλις του έβγαλα τα διαμερίσματα από τον ισολογισμό, τον “απέλυσα” μιας και θεώρησα τον εαυτό μου πολύ βλάκα ώστε να εργάζεται σ’ έναν βλάκα του αισχίστου είδους.
Ένα ακόμα που ξέρω είναι ότι καθώς τα λεφτά που θα βγάλω αναγκαστικά θα περάσουν από τα χέρια μου η μούρη μου μπορεί να πέσει άνετα σε κάποιο φιλόπτωχο συσσίτιο όταν αυτά δεν θα μπορούν ν’ αντεπεξέλθουν. Έτσι κάθε φορά που πάει να μ’ εκβιάσει ένας εργοδότης με απόλυση, θυμάμαι τι έχω στο παντελόνι μου, τον γράφω εκεί πάνω και του λέω: εσύ θα χάσεις. Το ακόμα καλύτερο είναι όταν δεν του το λέω και το κάνω. Το τελευταίο βλαχαδερό ούρλιαζε σαν γουρούνι που το σφάζουν. Με συγκεντρωμένη πείρα λοιπόν και αυτογνωσία δεν έχεις να φοβηθείς τίποτα από κάποιον ο οποίος το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να σου κουνήσει τα λεφτά από έναν μισθό στη μούρη κι αυτό με το ζόρι. Μετά από ένα σημείο αν γνωρίσεις και τα σωστά σωματεία μπορείς να τους τρέξεις έτσι για να σε θυμούνται.
Ίσως να κατάλαβες αναγνώστη μου ότι η προσπάθειά μου έχει να κάνει με την ταύτιση της μισθωτής εργασίας με την πορνεία. Φυσικά θα έχεις ενστάσεις, αλλά να σου θυμίσω ότι όσο και να σεβόμαστε την εργασία δεν πρέπει να ξεχνάμε τι είναι αυτή τη στιγμή. Ένας εκβιασμός που βασίζεται πάνω στην ανάγκη του βιοπορισμού, οπότε η γραμμή που χωρίζει αυτά τα δύο είναι από ελάχιστη έως ανύπαρκτη. Σε μια κοινωνία που ο άνθρωπος χάνει την υπόστασή του η εργασία δεν είναι αυτό πού ίσως θα θέλαμε να είναι: ένας τρόπος για να εξασφαλίζεις τη διαβίωσή σου χωρίς να επιβαρύνεις το κοινωνικό σύνολο. Κι αυτό γιατί ο εργοδότης που φύσει ζει παρασιτικά σε βάρος του εργαζόμενου στο συγκεκριμένο παρακλάδι του συστήματος που είναι η χώρα μας λειτουργεί με απόλυτη ασυδοσία. Αυτό έχει σαν συνέπεια να δημιουργεί και την ανέντιμη συμπεριφορά του εργαζόμενου. Όταν πάω για δουλειά το πρώτο που σκέφτομαι είναι “με ποιον όρχι πάω να μπλέξω”. Κι αυτό γιατί η πείρα μου δεν μου έδωσε έστω και μια φωτεινή εξαίρεση που να επιβεβαιώνει τουλάχιστον τον κανόνα. Οπότε ακολουθώ τη βασική ιωνική αρχή: “άνθρωπος με τους ανθρώπους και γάιδαρος με τα γαϊδούρια”.Αφού θέλουν να έχουν πόρνες, αυτό θα πάρουν. Υπάρχει βέβαια το άλλο ρητό που λέει: “να φυλάγεσαι από νεόπλουτο κι από παλιά πουτάνα”. Δεν είναι παράξενο ότι στις αγγελίες ζητάνε υπαλλήλους κάτω των τριάντα. Αλλά έλα που με τη συμπεριφορά τους αυτή την ηλικία τη μετατρέπουν αργά και σταθερά σε μετανάστες. Έτσι το εργατικό δυναμικό της χώρας αποτελείται από “γριές ιερόδουλες” και σ’ αυτές δεν πουλάμε “έρωτα”.
Υστερόγραφο. Αυτός που ζει με λίγα δεν έχει να φοβηθεί τίποτα. Ο εργοδότης δεν ανήκει σ’ αυτή την ομάδα ανθρώπων, γιατί απλά δεν είναι καν άνθρωπος.


Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου 2017

Λαός σε καταστολή.

Ήρθε η ώρα να θέσουμε τη μεγάλη απορία αναγνώστη μου. Δεν υπάρχει κανένας ν’ αντιδράσει στα σημάδια των καιρών μας; Η απάντηση είναι ναι. Πάντα υπάρχει μια μειοψηφία ανθρώπων που όταν βλέπουν το κακό προσπαθούν να κάνουν κάτι. Βέβαια σε κάποιες περιόδους το άσχημο ντύνεται με φανταχτερά ρούχα και παρουσιάζεται ως νέο. Αρωματίζει το σάπιο του σώμα με γαλλικά αρώματα όπως οι κυρίες της αυλής του Λούβρου για να κρύψουν την έλλειψη “λουτρών” στα γνωστά ανάκτορα. Σαν τον πιτσιρικά που λέει “ο βασιλιάς είναι γυμνός” προσπαθούν να φέρουν το μυαλό του τέρατος που λέγεται κοινή γνώμη στο δρόμο της λογικής. Αλλά η λογική δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια νύφη που δεν της αρέσουν τα φτιασίδια. Έτσι δεν μπορεί να εντυπωσιάσει το γαμπρό που είναι προορισμένος να κοιτάξει το έχω αντί για το είμαι. Θα μου πεις τι σχέση έχει ο γάμος; Είναι το πιο γνωστό συμβόλαιο και γι’ αυτό το αναφέρω. Το τέρας μας σκέφτεται συλλογικά, λειτουργεί ατομικά και μόλις κάνει το λάθος απολογείται σαν σύνολο. Άλλωστε η φράση “μαζί τα φάγαμε” δεν ήταν κάτι που είπε ένας τρελός τυχοδιώκτης στον αέρα. Από πίσω είχε τα γνωστά “γαλάζια παιδιά” που μας υποδηλώνει ότι το 90% σκέφτεται με τον ίδιο τρόπο όταν διαλέγει με την ψήφο του τη θανατική του καταδίκη. Το γνωστό “στις δημοκρατίες ο λαός έχει την κυβέρνηση που του αξίζει’ πάλι δεν ήταν μια φράση που πετούσε στους ουρανούς. Η εξουσία ξέρει πάρα πολύ καλά ποιους εξουσιάζει. Εξουσιάζει έναν λαό τόσο υποτονικό που ο πρεζάκιας δείχνει να είναι διάνοια. Μάλιστα στις συναναστροφές μου με το είδος οι χρήστες ηρωίνης κι ο υπόλοιπος λαός δεν διαφέρουν παρά μόνο στη χρήση της ουσίας. Η επιχειρηματολογία μοιάζει με μια φωτοτυπία που έχουν αποστηθίσει όλοι.
Αλλά πώς φτάσαμε ως εδώ; πολλοί οι παράγοντες κι αξίζει να τους αναφέρουμε. Πρώτα απ’ όλα η χρυσή δεκαετία του ογδόντα. Το έγκλημά της είναι ότι τα στερημένα παιδιά της κατοχής και του εμφυλίου καθόρισαν με την πειναλέα συμπεριφορά τους τη μορφή της πολιτικής δομής της χώρας. Ένας πολιτικός αναλυτής κατά τη διάρκεια της μεταπολίτευσης είχε πει τη φράση “αλίμονό μας αν μας καθίσουν στο σβέρκο μια σοσιαλδημοκρατία”. Ως γνώστης του φαινομένου στην προπολεμική Γαλλία ήξερε για την παθητικότητα που δημιουργεί η συγκεκριμένη μορφή πολιτεύματος. Άλλωστε ο Λεό Μπλουμ (ο μεγάλος δάσκαλος του γνωστού μας Αντρέα) ήταν διάσημος για τις πελατειακές σχέσεις που δημιούργησε στην τότε γαλλική δημοκρατία και το κράτος ημετέρων δημοσίων υπαλλήλων κι εργολάβων. Το τέρας δηλαδή που απογοητευμένο είπε το “γιατί και για ποιον” (pour qui et pouquoi) δεν διαφέρει σε τίποτε από τον ελληνάρα που λέει «όλοι ίδιοι είναι». Εξάλλου πολλοί στέκονται στα δυο τους πόδια, αλλά λίγοι είναι οι άνθρωποι. Τη συνταγή την είχε γράψει στον ηγεμόνα ο Μακιαβέλι και λειτουργεί στις μάζες άριστα εδώ και πεντακόσια χρόνια. Ένας λαός λαπάς είναι εύκολος στόχος για πολιτικούς και λοιπούς απατεώνες (κηραλοιφές, μοναστηριακά ιάματα συμπληρώματα διατροφής, μέντιουμ και καφετζούδες).
Τώρα βέβαια το ότι ο λαός έγινε λαπάς είναι το μισό. Το άλλο μισό είναι η γνήσια, αμόλυντη κι αγνή καταστολή. Το δικαστικό σύστημα το οποίο στην Ελλάδα δικαιώνει τη ρήση «η δικαιοσύνη είναι σαν τα φίδια: δαγκώνει μόνο τους ξυπόλητους», τα μέσα μαζικής εξημέρωσης, το εκπαιδευτικό σύστημα, οι δυνάμεις αποκατάστασης της τάξης αποτελούν τα κατάλληλα εργαλεία στα χέρια του εκάστοτε δικτατορίσκου που ντύνεται το δημοκρατικό μανδύα. Το «πού πας να μπλέξεις» είναι το καλύτερο διαφημιστικό των μέσων που φροντίζουν να είναι όλα σε «τάξη».
Αν μπορούσα να περιγράψω την κατάσταση της υγείας μας, θα έλεγα πως ο γύψος της χούντας συνεχίζεται με το «λαός στην πρίζα της εντατικής» Ο κάτοικος της χώρας που ζει από μικροεπιδοτήσεις αμολάει τα αέρια του ορθού του εντέρου μπροστά στην τηλεόραση ή στο διαδίκτυο, ενώ η γυναίκα του φαρδαίνει τα οπίσθια της βλέποντας σαπουνόπερες και πρωινάδικα. Οι ελάχιστες φορές που θα βγουν σαν ζευγάρι έξω θα παρουσιαστούν ωσάν δυο λατέρνες με ιδιότητες γλάστρας . Όσες φορές βρέθηκα σε τέτοιες συναναστροφές , η μπόχα από τα πατσουλιά των γυναικών και η λίγδα αναμεμειγμένη με την οσμή του τσιγάρου, μου ανακάτευε το στομάχι. Η αηδία ήταν τόσο μεγάλη, που σκεφτόμουν το πότε θα επανασυνδεθούν στις οθόνες τους ώστε να μη μου βρομίζουν τον αέρα που βγάζουν οι αγνές εξατμίσεις των αυτοκινήτων.

Αν περιμένεις να σου δώσω απάντηση στο πώς σώνεται ο διασωληνωμένος Έλλην υπήκοος (Αλβανός, Πακιστανός, ή οποιοσδήποτε λαουτζίκος που δεν παίρνει τη μοίρα στα χέρια του) δεν πρόκειται να μπω στο κόπο να αναλύσω το τι έπρεπε να γίνει. Το καλύτερο που βρήκα είναι αυτό που έλεγε ένας φίλος μου όταν τον ρωτούσαν: «και τι να έκανα;». «Το αντίθετο από αυτό που έκανες καραγκιόζη»! Αυτό είπε κι αηδιασμένος έφυγε απ’ αυτή τη χώρα για να πάει να βρει άλλους ποπολάρους σε καταστολή. Πως έλεγε κι η γιαγιά ενός γνωστού μου «του φτωχού δεν του λείπουν λεφτά, μυαλό του λείπει». Ως μέλος κοινότητας που αναλαμβάνει κάποιες δράσεις, έχω μάθει ότι η ζωή χρειάζεται συνδιαλλαγή και κινητοποίηση με σκοπό το κοινό συμφέρον. Όταν είναι να κοιμηθούμε, συμβαίνει επειδή νυστάζουμε κι όχι γιατί βαριόμαστε να ζήσουμε. Αφήνω λοιπόν το λαό στην καταστολή του κι αν ποτέ αποφασίσει να ξυπνήσει, κάπου εδώ κοντά θα είμαι.